ποτενσιόμετρο

ποτενσιόμετρο
potentiomètre

Ελληνικό-Γαλλικό λεξικό. 2015.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Regardez d'autres dictionnaires:

  • ποτενσιόμετρο — Ηλεκτρική διάταξη που προορίζεται για μετρήσεις ακριβείας της διαφοράς δυναμικού που επικρατεί μεταξύ δύο σημείων ενός ηλεκτρικού κυκλώματος ή της ηλεκτρεγερτικής δύναμης (ΗΕΔ) μιας πηγής. Η αρχή λειτουργίας του π. βασίζεται στην έμμεση μέτρηση… …   Dictionary of Greek

  • ποτενσιομετρία — η, Ν μέτρηση με ποτενσιόμετρο. [ΕΤΥΜΟΛ. Νόθο αντιδάνειο σύνθ., πρβλ. αγγλ. potentiometry (< λατ. potentia «δύναμη» + μετρία*)] …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”